ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
Πρωταρχικός στόχος του σύγχρονου σχολείου είναι, ως γνωστόν, η συμβολή του στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας του μαθητή και στην επιτυχή κοινωνική του ένταξη, αφενός μέσα από την συγκρότηση και αποδοχή κοινών αξιών, αφετέρου με την ολόπλευρη και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών, συναισθηματικών και γνωστικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων. Για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, πρέπει να διαμορφωθεί ένα κατάλληλο και αποτελεσματικό σχολικό – παιδαγωγικό περιβάλλον.
Ο δάσκαλος, με βάση τα αναλυτικά προγράμματα, επιλέγει την ύλη που θα χρησιμοποιήσει – εδώ φυσικά ως ένα βαθμό δεσμεύεται από τα σχολικά εγχειρίδια – τη μέθοδο και τη μορφή διδασκαλίας, καθώς και την μορφή κοινωνικής οργάνωσης της τάξης.
Σήμερα θα ασχοληθούμε με το τελευταίο.
Η κοινωνική οργάνωση της τάξης αναφέρεται στον τρόπο οργάνωσης των σχέσεων που αναπτύσσονται:
Α) μεταξύ Δασκάλου – μαθητών
Β) μεταξύ των συμμαθητών.
Από τον τρόπο οργάνωσης της τάξης εξαρτάται η ποιότητα και η ένταση των διαπροσωπικών σχέσεων, που με τη σειρά τους καθορίζουν και την ποιότητα των μαθησιακών αποτελεσμάτων του σχολείου.
ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΚΟΙΝ. ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ
Α) Ανταγωνιστική μορφή κ.ο. της τάξης:
Ο κάθε μαθητής επιτυγχάνει τους σκοπούς του τότε μόνον, όταν οι υπόλοιποι ή τουλάχιστον οι περισσότεροι αποτυγχάνουν. Χαρακτηριστικά στοιχεία του ανταγωνιστικού συστήματος είναι η ύπαρξη βραβείων, επαίνων και λοιπών διακρίσεων.
Είναι η κυρίαρχη μορφή κ.ο. στα σχολεία των περισσοτέρων χωρών.
Β) Συνεργατική μορφή κ.ο. της τάξης:
Στη συνεργατική οργάνωση η επιτυχία του ενός εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την επιτυχία των υπόλοιπων.
Η συν. Οργάνωση καταργεί τη μετωπική διάταξη των μαθητών και δημιουργεί ολιγομελείς ομάδες μέσα στην τάξη.
Μεταλλάσσει το ρόλο του δασκάλου από αυθεντία και φορέα εξουσίας σε καθοδηγητή, συνεργάτη και εμψυχωτή, ισότιμο μέλος της ομάδας της τάξης.
Γ) Ατομική – εξατομικευμένη κ.ο. της τάξης:
Όπου σε κάποιο βαθμό « αποδιοργανώνεται » η κοινωνική δομή της τάξης, με αποτέλεσμα αυτή να μετατρέπεται σε ένα άθροισμα μαθητών, οι οποίοι επιδιώκουν, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, να επιτύχουν το σκοπό τους.
Η επιτυχία του ενός είναι ανεξάρτητη από την επιτυχία των άλλων.
Διδασκαλία αμιγούς ατομικής μορφής συναντάμε σε προγράμματα που χρησιμοποιούν τους Η/Υ.
ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΤΟ ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Παρατηρείται στροφή προς τη συνεργατική μορφή κ.ο. της τάξης, αν και ακόμα σε πρακτικό επίπεδο υπολείπεται της ανταγωνιστικής. Η στροφή αυτή οφείλεται στις εξής επισημάνσεις και διαπιστώσεις των ειδικών:
i) Στην παρατήρηση των ψυχοπαιδαγωγών ότι τα παιδιά της σχολικής ηλικίας έχουν την έμφυτη τάση να σχηματίζουν οργανωμένες ομάδες, για να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους για δράση και εξερεύνηση. Στα πλαίσια μάλιστα της ομαδικής δράσης τους παράγουν και χρησιμοποιούν αντικείμενα, τροποποιούν και βελτιώνουν τεχνικές, για να επιτύχουν τους κοινούς τους στόχους.
ii) Στην ψυχολογική άποψη ότι στη διαδικασία εσωτερίκευσης των κοινωνικών ρόλων και της ανάπτυξης της αυτοαντίληψης του παιδιού, συμβάλλει αποφασιστικά, εκτός από τους ενηλίκους, και η παρέα των συνομηλίκων.
iii) Στο πέρασμα της σύγχρονης διδακτικής από τη φάση της δασκαλοκεντρικής διδασκαλίας στη φάση της παιδοκεντρικής και στην παρατήρηση των παιδαγωγών ότι η κατά ομάδες οργάνωση της τάξης δεν προσφέρει μόνο άριστες συνθήκες υλοποίησης της παιδοκεντρικής αγωγής, αλλά ταυτόχρονα προφυλάσσει και το σχολείο από τον κίνδυνο να αντικαταστήσει την αυθεντία του δασκάλου με την αυθεντία των μεμονωμένων μαθητών. Με τη συν. οργ. η διαδικασία της μάθησης αποκτά συλλογικό χαρακτήρα και το « εγώ » του κάθε μαθητή εντάσσεται, χωρίς να υποτάσσεται, μέσα στο « εμείς » της ομάδας.
iv) Στην έμφαση που δόθηκε από πολλούς παιδαγωγούς στους κοινωνικούς στόχους της αγωγής. Το σχολείο, τονίζεται, έχει χρέος να βοηθήσει το αναπτυσσόμενο άτομο να ενταχθεί ομαλά στη δημοκρατική κοινωνία ως ενεργό και χρήσιμο μέλος της.
Γι’ αυτό πρέπει από τη σχολική κιόλας ηλικία να συμμετέχει ενεργά, στη διαδικασία μετατροπής της σχολικής τάξης από αναγκαστική συνάθροιση ατόμων σε ένα δημοκρατικά οργανωμένο σύνολο.
Αυτό, σύμφωνα με τον Piaget, επιτυγχάνεται μόνο μέσα στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης που εξασφαλίζει η σ.ο. και όχι μέσα στο πλαίσιο του παραδοσιακού – αυταρχικού σχολείου, όπου κυριαρχεί ο καταναγκασμός του δασκάλου και η ομοφωνία της υποταγής. Έτσι το σχολικό έργο αποκτά σαφή πολιτική διάσταση.
v) Σε συνδυασμό με το προηγούμενο, αλλά σε ένα άλλο επίπεδο:
Η εποχή που ζούμε χαρακτηρίζεται από έντονη ρευστότητα, διαρκείς εναλλαγές και ανατροπές, ανασφάλεια και διαψεύσεις. Είναι φυσικό κάτω από τις συνθήκες αυτές να επηρεάζεται έντονα ο ανθρώπινος χαρακτήρας.
Εντοπίζονται δυο έντονα αρνητικά σημεία της συμπεριφοράς:
α) Ο σύγχρονος άνθρωπος διακρίνεται από έντονα εγωιστική διάθεση, με έντονη εσωστρέφεια, που τον υποχρεώνει να περιχαρακώνεται όλο και περισσότερο στον προσωπικό του περίγυρο.
β) Από την άλλη πλευρά αυτό το εγωπαθές ον, όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται αυτό, διακρίνεται από την ανικανότητά του να αρθρώσει προσωπικό λόγο.
Αν η εκπαίδευση είναι σε θέση να λειτουργήσει παρεμβατικά στην πορεία της κοινωνίας, αναστρέφοντας ανεπιθύμητες συμπεριφορές, τότε χρειαζόμαστε διδακτικά μοντέλα που να ενισχύουν τη διάθεση για επαφή και επικοινωνία, συνεργατικότητα και αλληλεγγύη, αυτονομία και δράση.
vi) Στη διαπίστωση των ψυχοπαιδαγωγών ότι η σ.ο. εκτός από την κοινωνική, προάγει και τη σχολική ( ακαδημαϊκή ) μάθηση και μάλιστα ότι τείνει να επιφέρει υψηλότερες επιδόσεις.
Κι αυτό γιατί επιλύει τα προβλήματα της αξιοποίησης του χρόνου εμπλοκής των μαθητών στο μάθημα και ιδιαίτερα των « αδύνατων », της συμπεριφοράς και πειθαρχίας, της ανομοιογένειας της τάξης, το πρόβλημα των αλλοδαπών μαθητών και της ομαλής κοινωνικής τους ένταξης.
Ο Piaget μάλιστα διαπίστωσε ότι οι εμπειρίες συνεργασίας είναι αναγκαίες για να διαμορφώσει το παιδί σκέψη ανώτερου επιπέδου, γεγονός σπουδαιότερης σημασίας από την απλή διδασκαλία και μάθηση γεγονότων και θεωριών. Κατά κάποιο τρόπο είναι αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε κριτική σκέψη.
Αυτό επιτυγχάνεται, γιατί οι συνεργαζόμενοι μαθητές χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό, στρατηγικές λογικής επεξεργασίας του μαθητικού υλικού ( κατηγοριοποίηση, υπόθεση, επαλήθευση κλπ ).
Σε μια έρευνα του Ματσαγγούρα ( 1985 ) σε ελληνικά σχολεία, διαπιστώθηκε ότι η ομαδοκεντρική διδασκαλία προάγει την ανάπτυξη του μαθητικού λόγου, και ποσοτικά και ποιοτικά.
Η ποσοτική αύξηση του μαθητικού λόγου δεν οφείλεται μόνο στον περιορισμό του δασκαλικού λόγου, αλλά και στη δυνατότητα που παρέχεται να μιλούν ταυτόχρονα πολλοί μαθητές στις διάφορες ομάδες της τάξης.
Ποιοτικά βελτιώνεται ο μαθητικός λόγος, γιατί μετατρέπεται από αποκριτικός και δασκαλοκατευθυνόμενος σε λόγο διερευνητικό, διατύπωσης υποθέσεων, συμπερασμάτων κλπ και μάλιστα χωρίς το άγχος που προκαλεί ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα:
1. Τα πλεονεκτήματα της συνεργατικής κ.ο. της τάξης δεν πρέπει να μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η συνεργατική διδασκαλία και μάθηση είναι ένα είδος παιδαγωγικής πανάκειας που θεραπεύει όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης. Ασφαλώς κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Η σχολική εργασία πρέπει να έχει στοιχεία και ατομικής και ανταγωνιστικής οργάνωσης. Και για να μην παρεξηγηθώ, διευκρινίζω: Εννοώ έναν ανταγωνισμό, ατόμων ή ομάδων, σχετικής έντασης, που δεν απειλεί το άτομο, δεν αυξάνει το άγχος και δεν εδραιώνει την αρνητική αντίληψη στους «αδύνατους μαθητές ». Ο ανταγωνισμός πρέπει να έχει όρια, ως εκεί που λέμε « ευγενή άμιλλα ».
Το ζητούμενο είναι η συνεργατική οργάνωση να βρει κυρίαρχη θέση μέσα στο σχολείο, χωρίς όμως να αποκλείει και τις δυο άλλες μορφές που αναφέραμε.
Μια συνδυαστική χρήση και των τριών μορφών, με έμφαση στη συνεργατική οργάνωση είναι η καλύτερη τακτική.
2. Η συνεργατική οργάνωση, επειδή είναι συνθετότερη από τις άλλες δυο μορφές κ.ο., στην πράξη δημιουργεί πολλά προβλήματα οργάνωσης και λειτουργίας, ιδίως στην αρχή. Τα προβλήματα δεν προέρχονται μόνο από τα παιδιά, αλλά και από μας τους ίδιους, που στερούμαστε εμπειριών και εκπαίδευσης καθώς και έτοιμου διδακτικού υλικού. Το μόνο σχολικό εγχειρίδιο που βοηθά σ’ αυτήν την κατεύθυνση, είναι οι « ΦΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ » της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης.
3. Πρέπει να έχουμε συνεχώς στο μυαλό μας το εξής:
Οι ομάδες χτίζονται, σιγά σιγά, άλλοτε δυσκολότερα και άλλοτε ευκολότερα, με επιμονή και υπομονή, επίπονη δουλειά και χωρίς κάποια μαγική συνταγή.
Επίσης άλλο απλή ομαδοποίηση και άλλο η δημιουργική συνεργασία μεταξύ των μελών της ομάδας. Η απλή συνεργασία, η αλληλοβοήθεια και η ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών, ενώ είναι βασικά στοιχεία της συνεργατικής διδασκαλίας και μάθησης, αποδείχτηκε ότι δεν επαρκούν για να καταστήσουν αποτελεσματική την κατά ομάδες διδασκαλία. Και αποτελεσματική σημαίνει να εξασφαλίσει τη μεγιστοποίηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων και ταυτόχρονα να αποφύγει την παθητικοποίηση των μαθητών που έχουν μειωμένες ακαδημαϊκές ικανότητες ή δυσκολίες συνεργασίας με την ομάδα.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΜΑΔΑ?
Ομάδα είναι ένα σύνολο μαθητών που:
a) Αισθάνονται ότι συγκροτούν μια ομάδα με ισότιμα, αλληλοεξαρτώμενα και συνυπεύθυνα μέλη. Οι « αρχηγικές εξουσίες » και όλοι οι ρόλοι γενικά, επιμερίζονται σ’ όλα τα μέλη.
b) Προσπαθούν συνεργαζόμενοι να επιτύχουν κοινούς σκοπούς, μέσα σε κλίμα αλληλοαποδοχής και αλληλοβοήθειας. Κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για την πρόοδο της ομάδας, αλλά και η ομάδα είναι υπεύθυνη για την πρόοδο κάθε μέλους της.
c) Έχουν άμεση αντίληψη ο ένας του άλλου, υψηλό βαθμό επικοινωνίας ( το μέγιστο ), ικανότητα για διευθέτηση των συγκρούσεων.
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΗΣ ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που διέπουν τη λειτουργία των ομάδων, υπάρχουν κάποια μικρά μυστικά θα λέγαμε, που αν τα γνωρίζουμε αυξάνουμε τις πιθανότητες επιτυχίας. Μυστικά που αφορούν τόσο τους μαθητές, όσο κι εμάς τους εκπαιδευτικούς.
1) Ομάδες μπορούμε να δημιουργήσουμε από το νηπιαγωγείο. Φαίνεται ορθό στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, αλλά και στις μεγαλύτερες, όταν για πρώτη φορά εφαρμόζεται το σύστημα της συνεργατικής σχολικής εργασίας, να αρχίζουμε με εταιρικές ομάδες των δυο μαθητών και σταδιακά να αυξάνουμε τον αριθμό των μελών.
Αυτό γιατί οι μαθητές πρέπει να εκπαιδεύονται σε συνεργατικές δραστηριότητες. Η συνεργατική διδασκαλία προϋποθέτει κάποιες μαθητικές ικανότητες. Π.χ. η εργασία πρέπει ν’ αρχίζει χωρίς χρονοτριβή, να συνεχίζεται απρόσκοπτα χωρίς προβλήματα επικοινωνίας, οι μαθητές πρέπει όλοι να εθιστούν στη χρησιμοποίηση χαμηλού τόνου φωνής κατά τις συζητήσεις, να διατυπώνουν καθαρά και με ευθύ τρόπο τις απόψεις τους, η ομάδα να έχει θετικό κλίμα, κλίμα ενθάρρυνσης και αποδοχής, να εκτονώνονται εντάσεις στις σχέσεις και να επιλύονται με εποικοδομητικό τρόπο οι τυχόν συγκρούσεις κλπ
2) Ως προς τον αριθμό των μελών της ομάδας δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία. Ο αριθμός 4 ή 5 προσφέρεται. Όσο πιο μεγάλος ο αριθμός τόσο πιο χρονοβόρες είναι οι διαδικασίες και λιγότερο λειτουργικές οι ομάδες. Επίσης αν έχουμε πολλές ομάδες μέσα στην τάξη δυσκολευόμαστε να τις παρακολουθήσουμε.
3) Στην αρχή πρέπει να γίνεται παρατεταμένη χρήση προσυνεργατικών εργασιών. Οι εργασίες αυτές μπορεί να είναι π.χ. παράλληλες κατασκευές, που δεν αλληλοσυνδέονται, απλά γίνονται ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο. Στο τέλος όμως παρουσιάζονται ως κοινή εργασία. Λέμε ας πούμε: « Για να δούμε τι κατασκεύασε το πρώτο θρανίο; »
Στην επόμενη φάση η παράλληλη δράση μετατρέπεται σε αλληλοσυμπληρωματική συνεργασία π.χ. με την κατασκευή ενός κολλάζ.
Στην τελευταία φάση της προομαδικής εργασίας τα μέλη της ομάδας ανταλλάσσουν απόψεις πάνω στο θέμα που μελετούν, αλλά στο τέλος κάνει το καθένα την ατομική του εργασία. Π.χ. Έχουμε ένα ποίημα και πρέπει να βρουν την ομοιοκαταληξία. Οι μαθητές θα διαβάσουν εναλλάξ τις στροφές του ποιήματος και θα συμπληρώσει ο καθένας στο κοινό φύλλο απαντήσεων τις ομοιοκαταληξίες που βρήκε στη στροφή που διάβασε, αφού πρώτα συμφωνήσουν για τις απαντήσεις. Στο φύλλο εργασίας γράφουν όλοι τα ονόματά τους.
4) Καλό είναι να αναθέτουμε τις ίδιες εργασίες σ’ όλες τις ομάδες της τάξης, που ξανατονίζω στα πρώτα στάδια πρέπει να είναι απλές.
Καλό επίσης είναι οι συνεργατικές σχολικές εργασίες να καλύπτουν αρχικά μικρό μέρος της ημερήσιας σχολικής εργασίας. Σε ποια μαθήματα να εντάσσονται; Όπου και όποτε προσφέρεται.
5) Στις ομάδες πάντα υπάρχει ο κίνδυνος οι « δυνατοί » μαθητές να διεκπεραιώνουν τις εργασίες της ομάδας χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των
«αδύνατων» μαθητών, που είτε αντιγράφουν είτε άκριτα συμφωνούν.
Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός, πρέπει ο δάσκαλος να παρακολουθεί συνεχώς την εργασία των ομάδων, να καθιστά γνωστό σ’ όλους ότι η αξιολόγηση του έργου της ομάδας θα στηρίζεται και στις επιδόσεις των « αδύνατων » μαθητών, να επιμερίσει πιθανόν το υλικό δίνοντας το καταλληλότερο στον « αδύνατο », να αναθέτει σ’ αυτούς ρόλους βασικούς για τη λειτουργία της ομάδας.
6) Στις ομάδες πρέπει να υπάρχουν και να κατανέμονται ρόλοι και αρμοδιότητες. Οι ρόλοι αποσκοπούν στην διευκόλυνση της ομάδας. Τέτοιοι ενδεικτικά είναι του υπεύθυνου εργασίας, του συντονιστή, του αναγνώστη, του γραμματέα, του παρατηρητή κλπ. Εξαρτάται και πόσα είναι τα μέλη της ομάδας.
Κάθε ρόλος έχει καθορισμένες αρμοδιότητες, καταγεγραμμένες και γνωστές σε κάθε μέλος της ομάδας. Τους ρόλους αυτούς τους αναλαμβάνουν όλοι εκ περιτροπής.
Διαφάνεια
7) Ως προς τη σύνθεση της ομάδας:
Η ομάδα μπορεί να συγκροτηθεί α) με πρωτοβουλία των παιδιών, ελεύθερα, όπως ακριβώς και οι ομάδες παιχνιδιού, β) στην τύχη, π.χ. τραβώντας κλήρους τα παιδιά και γ) από μας. Στην τελευταία περίπτωση πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας τις μαθησιακές ικανότητες, αλλά και τις μαθητικές προτιμήσεις.
Με βάση το κριτήριο της μαθησιακής ικανότητας προτείνεται να δημιουργούνται ανομοιογενείς, αλλά ισοδύναμες ομάδες.
Για τις μαθητικές προτιμήσεις, τις συμπάθειες και τις αντιπάθειες μεταξύ των παιδιών, πολύτιμη βοήθεια προσφέρει το κοινωνιομετρικό τεστ ή κοινωνιόγραμμα.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΡΑΜΜΑ – ΚΟΙΝΩΝΙΟΜΕΤΡΙΚΟ ΤΕΣΤ
Είναι ένας απλός τρόπος που, αν χρησιμοποιείται έγκαιρα και για όσο χρόνο είναι αναγκαίο, μας δίνει τη δυνατότητα να αποκτήσουμε αρκετά εύκολα μια πραγματικά εικόνα της τάξης, να αποκωδικοποιήσουμε, το συχνά νεφελώδες, πλέγμα των διαπροσωπικών σχέσεων της τάξης, την εικόνα των έλξεων και απωθήσεων που επικρατούν στη σχολική ομάδα.
Γνωρίζοντας τι πραγματικά συμβαίνει, μπορούμε να ενεργήσουμε κατάλληλα, ώστε να αποκατασταθούν, αν χρειάζεται, τέτοιες σχέσεις μέσα στην τάξη, που θα συντελέσουν τόσο στη βελτίωση της διαδικασίας μάθησης, όσο και στις συμπεριφορές των παιδιών.
Για να το υλοποιήσουμε, χρησιμοποιούμε συνήθως τρεις τρόπους:
Α) Ζητάμε με μια ερώτηση του στυλ, « Κέρδισες ένα ταξίδι για τρία άτομα, ποιους συμμαθητές σου θα έπαιρνες μαζί; » να καταγράψει 2 θετικές προτιμήσεις για συμμαθητές του.
Β) Η ερώτηση μπορεί να διευρυνθεί. Π.χ. « Αν θέλεις γράψε και ποιον ή ποιους
( έως 2 ) δεν θα έπαιρνες μαζί σου ». Τώρα έχουμε και πιθανή καταγραφή αρνητικών προτιμήσεων και η εικόνα της τάξης είναι πιο ξεκάθαρη.
Γ) Στον τρίτο τρόπο είναι υποχρεωτική η καταγραφή 2 θετικών και 2 αρνητικών προτιμήσεων.
Για να εκτιμήσουμε σε ποιο βαθμό μια ομάδα είναι ενοποιημένη, πρέπει να γνωρίζουμε ότι μια τέτοια ομάδα χαρακτηρίζεται από:
1) Μικρό αριθμό αρνητικών προτιμήσεων.
2) Πυκνότητα εσωτερικών επαφών.
3) Έλλειψη « μαύρου πρόβατου ».
4) Λίγα ή καθόλου απομονωμένα ζευγάρια, κλίκες.
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Μετά απ’ αυτή την παρένθεση επανερχόμαστε στα ζητήματα σύνθεσης της ομάδας. Η σύνθεση των ομάδων καλό είναι ν’ αλλάζει 2-3 φορές το χρόνο, ώστε όλοι οι μαθητές να έχουν την ευκαιρία να έλθουν σε επαφή με περισσότερους συμμαθητές τους, αλλά και για να μη δημιουργηθούν έντονες ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των ομάδων. Συχνότερες αλλαγές δε βοηθούν, γιατί δε βοηθούν στη δημιουργία συνεκτικών δεσμών.
8) Η αξιολόγηση της ομάδας πρέπει να γίνεται με κριτήρια που είναι γνωστά σ’ όλα τα μέλη της ομάδας και να βασίζεται στην αναλυτική εκτίμηση κάθε φάσης της εργασίας.
Επίσης οι αμοιβές και τυχόν ποινές πρέπει να είναι κοινές για όλα τα μέλη της ομάδας και όχι χωριστά για κάθε ένα μέλος.
Βοηθά πολύ η αυτοαξιολόγηση της ομάδας, αλλά και του κάθε μέλους της. Ένα δελτίο αυτοαξιολόγησης του μαθητή και της ομάδας, που τους παραχωρούμε, χρησιμεύει σ’ αυτή την κατεύθυνση.
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
9) Θα τελειώσουμε με το έργο του δασκάλου:
Στις συνεργατικά οργανωμένες τάξεις η ομάδα και όχι ο δάσκαλος βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής. Ο ρόλος μας όμως είναι σύνθετος, πολυποίκιλος, πάρα πολύ υπεύθυνος.
Καθορίζουμε τη διδασκαλία και τους στόχους της, τη σύνθεση των ομάδων, προετοιμάζουμε το έντυπο υλικό που θα χρειαστούν οι ομάδες, γνωστοποιούμε με σαφή τρόπο τι περιμένουμε απ’ αυτές – τόσο στην επεξεργασία και εκμάθηση του συγκεκριμένου διδακτικού υλικού, όσο και στη βελτίωση της συνεργασίας – τις παρακολουθούμε διακριτικά παρεμβαίνοντας όσο το δυνατόν λιγότερο, προσφέρουμε βοήθεια – αν μας ζητηθεί – αξιολογούμε.
Για την αξιολόγηση να πούμε πως πρέπει η βαθμολόγηση κάθε μέλους, να γίνεται με βάση την ατομική του ακαδημαϊκή επίδοση αλλά και την επίδοση της ομάδας που ανήκει, με συνυπολογισμό όλων των δεικτών που προαναφέραμε.
Έτσι αποδίδεται και η εικόνα κάθε μαθητή χωρίς όμως να καταργείται η αρχή της αλληλεξάρτησης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• ΗΛΙΑ Γ. ΜΑΤΣΑΓΓΟΥΡΑ, « ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗ »,εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1995
• ΚΑΝΑΚΗΣ Ι, « Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΕ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ », Αθήνα 1987
• ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗ Ι, « ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ », εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1986
• ΜΑΣΣΙΑΛΑ ΒΥΡΩΝΑ, « ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΖΩΗΣ », εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1984
• JUDY HARRIS HELM, LILIAN KATZ, « ΜΕΘΟΔΟΣ PROJECT ΚΑΙ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ »,εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, Αθήνα 2002
ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ 2003
Πρωταρχικός στόχος του σύγχρονου σχολείου είναι, ως γνωστόν, η συμβολή του στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας του μαθητή και στην επιτυχή κοινωνική του ένταξη, αφενός μέσα από την συγκρότηση και αποδοχή κοινών αξιών, αφετέρου με την ολόπλευρη και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών, συναισθηματικών και γνωστικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων. Για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, πρέπει να διαμορφωθεί ένα κατάλληλο και αποτελεσματικό σχολικό – παιδαγωγικό περιβάλλον.
Ο δάσκαλος, με βάση τα αναλυτικά προγράμματα, επιλέγει την ύλη που θα χρησιμοποιήσει – εδώ φυσικά ως ένα βαθμό δεσμεύεται από τα σχολικά εγχειρίδια – τη μέθοδο και τη μορφή διδασκαλίας, καθώς και την μορφή κοινωνικής οργάνωσης της τάξης.
Σήμερα θα ασχοληθούμε με το τελευταίο.
Η κοινωνική οργάνωση της τάξης αναφέρεται στον τρόπο οργάνωσης των σχέσεων που αναπτύσσονται:
Α) μεταξύ Δασκάλου – μαθητών
Β) μεταξύ των συμμαθητών.
Από τον τρόπο οργάνωσης της τάξης εξαρτάται η ποιότητα και η ένταση των διαπροσωπικών σχέσεων, που με τη σειρά τους καθορίζουν και την ποιότητα των μαθησιακών αποτελεσμάτων του σχολείου.
ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΚΟΙΝ. ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ
Α) Ανταγωνιστική μορφή κ.ο. της τάξης:
Ο κάθε μαθητής επιτυγχάνει τους σκοπούς του τότε μόνον, όταν οι υπόλοιποι ή τουλάχιστον οι περισσότεροι αποτυγχάνουν. Χαρακτηριστικά στοιχεία του ανταγωνιστικού συστήματος είναι η ύπαρξη βραβείων, επαίνων και λοιπών διακρίσεων.
Είναι η κυρίαρχη μορφή κ.ο. στα σχολεία των περισσοτέρων χωρών.
Β) Συνεργατική μορφή κ.ο. της τάξης:
Στη συνεργατική οργάνωση η επιτυχία του ενός εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την επιτυχία των υπόλοιπων.
Η συν. Οργάνωση καταργεί τη μετωπική διάταξη των μαθητών και δημιουργεί ολιγομελείς ομάδες μέσα στην τάξη.
Μεταλλάσσει το ρόλο του δασκάλου από αυθεντία και φορέα εξουσίας σε καθοδηγητή, συνεργάτη και εμψυχωτή, ισότιμο μέλος της ομάδας της τάξης.
Γ) Ατομική – εξατομικευμένη κ.ο. της τάξης:
Όπου σε κάποιο βαθμό « αποδιοργανώνεται » η κοινωνική δομή της τάξης, με αποτέλεσμα αυτή να μετατρέπεται σε ένα άθροισμα μαθητών, οι οποίοι επιδιώκουν, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, να επιτύχουν το σκοπό τους.
Η επιτυχία του ενός είναι ανεξάρτητη από την επιτυχία των άλλων.
Διδασκαλία αμιγούς ατομικής μορφής συναντάμε σε προγράμματα που χρησιμοποιούν τους Η/Υ.
ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΤΟ ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Παρατηρείται στροφή προς τη συνεργατική μορφή κ.ο. της τάξης, αν και ακόμα σε πρακτικό επίπεδο υπολείπεται της ανταγωνιστικής. Η στροφή αυτή οφείλεται στις εξής επισημάνσεις και διαπιστώσεις των ειδικών:
i) Στην παρατήρηση των ψυχοπαιδαγωγών ότι τα παιδιά της σχολικής ηλικίας έχουν την έμφυτη τάση να σχηματίζουν οργανωμένες ομάδες, για να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους για δράση και εξερεύνηση. Στα πλαίσια μάλιστα της ομαδικής δράσης τους παράγουν και χρησιμοποιούν αντικείμενα, τροποποιούν και βελτιώνουν τεχνικές, για να επιτύχουν τους κοινούς τους στόχους.
ii) Στην ψυχολογική άποψη ότι στη διαδικασία εσωτερίκευσης των κοινωνικών ρόλων και της ανάπτυξης της αυτοαντίληψης του παιδιού, συμβάλλει αποφασιστικά, εκτός από τους ενηλίκους, και η παρέα των συνομηλίκων.
iii) Στο πέρασμα της σύγχρονης διδακτικής από τη φάση της δασκαλοκεντρικής διδασκαλίας στη φάση της παιδοκεντρικής και στην παρατήρηση των παιδαγωγών ότι η κατά ομάδες οργάνωση της τάξης δεν προσφέρει μόνο άριστες συνθήκες υλοποίησης της παιδοκεντρικής αγωγής, αλλά ταυτόχρονα προφυλάσσει και το σχολείο από τον κίνδυνο να αντικαταστήσει την αυθεντία του δασκάλου με την αυθεντία των μεμονωμένων μαθητών. Με τη συν. οργ. η διαδικασία της μάθησης αποκτά συλλογικό χαρακτήρα και το « εγώ » του κάθε μαθητή εντάσσεται, χωρίς να υποτάσσεται, μέσα στο « εμείς » της ομάδας.
iv) Στην έμφαση που δόθηκε από πολλούς παιδαγωγούς στους κοινωνικούς στόχους της αγωγής. Το σχολείο, τονίζεται, έχει χρέος να βοηθήσει το αναπτυσσόμενο άτομο να ενταχθεί ομαλά στη δημοκρατική κοινωνία ως ενεργό και χρήσιμο μέλος της.
Γι’ αυτό πρέπει από τη σχολική κιόλας ηλικία να συμμετέχει ενεργά, στη διαδικασία μετατροπής της σχολικής τάξης από αναγκαστική συνάθροιση ατόμων σε ένα δημοκρατικά οργανωμένο σύνολο.
Αυτό, σύμφωνα με τον Piaget, επιτυγχάνεται μόνο μέσα στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης που εξασφαλίζει η σ.ο. και όχι μέσα στο πλαίσιο του παραδοσιακού – αυταρχικού σχολείου, όπου κυριαρχεί ο καταναγκασμός του δασκάλου και η ομοφωνία της υποταγής. Έτσι το σχολικό έργο αποκτά σαφή πολιτική διάσταση.
v) Σε συνδυασμό με το προηγούμενο, αλλά σε ένα άλλο επίπεδο:
Η εποχή που ζούμε χαρακτηρίζεται από έντονη ρευστότητα, διαρκείς εναλλαγές και ανατροπές, ανασφάλεια και διαψεύσεις. Είναι φυσικό κάτω από τις συνθήκες αυτές να επηρεάζεται έντονα ο ανθρώπινος χαρακτήρας.
Εντοπίζονται δυο έντονα αρνητικά σημεία της συμπεριφοράς:
α) Ο σύγχρονος άνθρωπος διακρίνεται από έντονα εγωιστική διάθεση, με έντονη εσωστρέφεια, που τον υποχρεώνει να περιχαρακώνεται όλο και περισσότερο στον προσωπικό του περίγυρο.
β) Από την άλλη πλευρά αυτό το εγωπαθές ον, όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται αυτό, διακρίνεται από την ανικανότητά του να αρθρώσει προσωπικό λόγο.
Αν η εκπαίδευση είναι σε θέση να λειτουργήσει παρεμβατικά στην πορεία της κοινωνίας, αναστρέφοντας ανεπιθύμητες συμπεριφορές, τότε χρειαζόμαστε διδακτικά μοντέλα που να ενισχύουν τη διάθεση για επαφή και επικοινωνία, συνεργατικότητα και αλληλεγγύη, αυτονομία και δράση.
vi) Στη διαπίστωση των ψυχοπαιδαγωγών ότι η σ.ο. εκτός από την κοινωνική, προάγει και τη σχολική ( ακαδημαϊκή ) μάθηση και μάλιστα ότι τείνει να επιφέρει υψηλότερες επιδόσεις.
Κι αυτό γιατί επιλύει τα προβλήματα της αξιοποίησης του χρόνου εμπλοκής των μαθητών στο μάθημα και ιδιαίτερα των « αδύνατων », της συμπεριφοράς και πειθαρχίας, της ανομοιογένειας της τάξης, το πρόβλημα των αλλοδαπών μαθητών και της ομαλής κοινωνικής τους ένταξης.
Ο Piaget μάλιστα διαπίστωσε ότι οι εμπειρίες συνεργασίας είναι αναγκαίες για να διαμορφώσει το παιδί σκέψη ανώτερου επιπέδου, γεγονός σπουδαιότερης σημασίας από την απλή διδασκαλία και μάθηση γεγονότων και θεωριών. Κατά κάποιο τρόπο είναι αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε κριτική σκέψη.
Αυτό επιτυγχάνεται, γιατί οι συνεργαζόμενοι μαθητές χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό, στρατηγικές λογικής επεξεργασίας του μαθητικού υλικού ( κατηγοριοποίηση, υπόθεση, επαλήθευση κλπ ).
Σε μια έρευνα του Ματσαγγούρα ( 1985 ) σε ελληνικά σχολεία, διαπιστώθηκε ότι η ομαδοκεντρική διδασκαλία προάγει την ανάπτυξη του μαθητικού λόγου, και ποσοτικά και ποιοτικά.
Η ποσοτική αύξηση του μαθητικού λόγου δεν οφείλεται μόνο στον περιορισμό του δασκαλικού λόγου, αλλά και στη δυνατότητα που παρέχεται να μιλούν ταυτόχρονα πολλοί μαθητές στις διάφορες ομάδες της τάξης.
Ποιοτικά βελτιώνεται ο μαθητικός λόγος, γιατί μετατρέπεται από αποκριτικός και δασκαλοκατευθυνόμενος σε λόγο διερευνητικό, διατύπωσης υποθέσεων, συμπερασμάτων κλπ και μάλιστα χωρίς το άγχος που προκαλεί ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα:
1. Τα πλεονεκτήματα της συνεργατικής κ.ο. της τάξης δεν πρέπει να μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η συνεργατική διδασκαλία και μάθηση είναι ένα είδος παιδαγωγικής πανάκειας που θεραπεύει όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης. Ασφαλώς κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Η σχολική εργασία πρέπει να έχει στοιχεία και ατομικής και ανταγωνιστικής οργάνωσης. Και για να μην παρεξηγηθώ, διευκρινίζω: Εννοώ έναν ανταγωνισμό, ατόμων ή ομάδων, σχετικής έντασης, που δεν απειλεί το άτομο, δεν αυξάνει το άγχος και δεν εδραιώνει την αρνητική αντίληψη στους «αδύνατους μαθητές ». Ο ανταγωνισμός πρέπει να έχει όρια, ως εκεί που λέμε « ευγενή άμιλλα ».
Το ζητούμενο είναι η συνεργατική οργάνωση να βρει κυρίαρχη θέση μέσα στο σχολείο, χωρίς όμως να αποκλείει και τις δυο άλλες μορφές που αναφέραμε.
Μια συνδυαστική χρήση και των τριών μορφών, με έμφαση στη συνεργατική οργάνωση είναι η καλύτερη τακτική.
2. Η συνεργατική οργάνωση, επειδή είναι συνθετότερη από τις άλλες δυο μορφές κ.ο., στην πράξη δημιουργεί πολλά προβλήματα οργάνωσης και λειτουργίας, ιδίως στην αρχή. Τα προβλήματα δεν προέρχονται μόνο από τα παιδιά, αλλά και από μας τους ίδιους, που στερούμαστε εμπειριών και εκπαίδευσης καθώς και έτοιμου διδακτικού υλικού. Το μόνο σχολικό εγχειρίδιο που βοηθά σ’ αυτήν την κατεύθυνση, είναι οι « ΦΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ » της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης.
3. Πρέπει να έχουμε συνεχώς στο μυαλό μας το εξής:
Οι ομάδες χτίζονται, σιγά σιγά, άλλοτε δυσκολότερα και άλλοτε ευκολότερα, με επιμονή και υπομονή, επίπονη δουλειά και χωρίς κάποια μαγική συνταγή.
Επίσης άλλο απλή ομαδοποίηση και άλλο η δημιουργική συνεργασία μεταξύ των μελών της ομάδας. Η απλή συνεργασία, η αλληλοβοήθεια και η ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών, ενώ είναι βασικά στοιχεία της συνεργατικής διδασκαλίας και μάθησης, αποδείχτηκε ότι δεν επαρκούν για να καταστήσουν αποτελεσματική την κατά ομάδες διδασκαλία. Και αποτελεσματική σημαίνει να εξασφαλίσει τη μεγιστοποίηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων και ταυτόχρονα να αποφύγει την παθητικοποίηση των μαθητών που έχουν μειωμένες ακαδημαϊκές ικανότητες ή δυσκολίες συνεργασίας με την ομάδα.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΜΑΔΑ?
Ομάδα είναι ένα σύνολο μαθητών που:
a) Αισθάνονται ότι συγκροτούν μια ομάδα με ισότιμα, αλληλοεξαρτώμενα και συνυπεύθυνα μέλη. Οι « αρχηγικές εξουσίες » και όλοι οι ρόλοι γενικά, επιμερίζονται σ’ όλα τα μέλη.
b) Προσπαθούν συνεργαζόμενοι να επιτύχουν κοινούς σκοπούς, μέσα σε κλίμα αλληλοαποδοχής και αλληλοβοήθειας. Κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για την πρόοδο της ομάδας, αλλά και η ομάδα είναι υπεύθυνη για την πρόοδο κάθε μέλους της.
c) Έχουν άμεση αντίληψη ο ένας του άλλου, υψηλό βαθμό επικοινωνίας ( το μέγιστο ), ικανότητα για διευθέτηση των συγκρούσεων.
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΗΣ ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που διέπουν τη λειτουργία των ομάδων, υπάρχουν κάποια μικρά μυστικά θα λέγαμε, που αν τα γνωρίζουμε αυξάνουμε τις πιθανότητες επιτυχίας. Μυστικά που αφορούν τόσο τους μαθητές, όσο κι εμάς τους εκπαιδευτικούς.
1) Ομάδες μπορούμε να δημιουργήσουμε από το νηπιαγωγείο. Φαίνεται ορθό στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, αλλά και στις μεγαλύτερες, όταν για πρώτη φορά εφαρμόζεται το σύστημα της συνεργατικής σχολικής εργασίας, να αρχίζουμε με εταιρικές ομάδες των δυο μαθητών και σταδιακά να αυξάνουμε τον αριθμό των μελών.
Αυτό γιατί οι μαθητές πρέπει να εκπαιδεύονται σε συνεργατικές δραστηριότητες. Η συνεργατική διδασκαλία προϋποθέτει κάποιες μαθητικές ικανότητες. Π.χ. η εργασία πρέπει ν’ αρχίζει χωρίς χρονοτριβή, να συνεχίζεται απρόσκοπτα χωρίς προβλήματα επικοινωνίας, οι μαθητές πρέπει όλοι να εθιστούν στη χρησιμοποίηση χαμηλού τόνου φωνής κατά τις συζητήσεις, να διατυπώνουν καθαρά και με ευθύ τρόπο τις απόψεις τους, η ομάδα να έχει θετικό κλίμα, κλίμα ενθάρρυνσης και αποδοχής, να εκτονώνονται εντάσεις στις σχέσεις και να επιλύονται με εποικοδομητικό τρόπο οι τυχόν συγκρούσεις κλπ
2) Ως προς τον αριθμό των μελών της ομάδας δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία. Ο αριθμός 4 ή 5 προσφέρεται. Όσο πιο μεγάλος ο αριθμός τόσο πιο χρονοβόρες είναι οι διαδικασίες και λιγότερο λειτουργικές οι ομάδες. Επίσης αν έχουμε πολλές ομάδες μέσα στην τάξη δυσκολευόμαστε να τις παρακολουθήσουμε.
3) Στην αρχή πρέπει να γίνεται παρατεταμένη χρήση προσυνεργατικών εργασιών. Οι εργασίες αυτές μπορεί να είναι π.χ. παράλληλες κατασκευές, που δεν αλληλοσυνδέονται, απλά γίνονται ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο. Στο τέλος όμως παρουσιάζονται ως κοινή εργασία. Λέμε ας πούμε: « Για να δούμε τι κατασκεύασε το πρώτο θρανίο; »
Στην επόμενη φάση η παράλληλη δράση μετατρέπεται σε αλληλοσυμπληρωματική συνεργασία π.χ. με την κατασκευή ενός κολλάζ.
Στην τελευταία φάση της προομαδικής εργασίας τα μέλη της ομάδας ανταλλάσσουν απόψεις πάνω στο θέμα που μελετούν, αλλά στο τέλος κάνει το καθένα την ατομική του εργασία. Π.χ. Έχουμε ένα ποίημα και πρέπει να βρουν την ομοιοκαταληξία. Οι μαθητές θα διαβάσουν εναλλάξ τις στροφές του ποιήματος και θα συμπληρώσει ο καθένας στο κοινό φύλλο απαντήσεων τις ομοιοκαταληξίες που βρήκε στη στροφή που διάβασε, αφού πρώτα συμφωνήσουν για τις απαντήσεις. Στο φύλλο εργασίας γράφουν όλοι τα ονόματά τους.
4) Καλό είναι να αναθέτουμε τις ίδιες εργασίες σ’ όλες τις ομάδες της τάξης, που ξανατονίζω στα πρώτα στάδια πρέπει να είναι απλές.
Καλό επίσης είναι οι συνεργατικές σχολικές εργασίες να καλύπτουν αρχικά μικρό μέρος της ημερήσιας σχολικής εργασίας. Σε ποια μαθήματα να εντάσσονται; Όπου και όποτε προσφέρεται.
5) Στις ομάδες πάντα υπάρχει ο κίνδυνος οι « δυνατοί » μαθητές να διεκπεραιώνουν τις εργασίες της ομάδας χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των
«αδύνατων» μαθητών, που είτε αντιγράφουν είτε άκριτα συμφωνούν.
Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός, πρέπει ο δάσκαλος να παρακολουθεί συνεχώς την εργασία των ομάδων, να καθιστά γνωστό σ’ όλους ότι η αξιολόγηση του έργου της ομάδας θα στηρίζεται και στις επιδόσεις των « αδύνατων » μαθητών, να επιμερίσει πιθανόν το υλικό δίνοντας το καταλληλότερο στον « αδύνατο », να αναθέτει σ’ αυτούς ρόλους βασικούς για τη λειτουργία της ομάδας.
6) Στις ομάδες πρέπει να υπάρχουν και να κατανέμονται ρόλοι και αρμοδιότητες. Οι ρόλοι αποσκοπούν στην διευκόλυνση της ομάδας. Τέτοιοι ενδεικτικά είναι του υπεύθυνου εργασίας, του συντονιστή, του αναγνώστη, του γραμματέα, του παρατηρητή κλπ. Εξαρτάται και πόσα είναι τα μέλη της ομάδας.
Κάθε ρόλος έχει καθορισμένες αρμοδιότητες, καταγεγραμμένες και γνωστές σε κάθε μέλος της ομάδας. Τους ρόλους αυτούς τους αναλαμβάνουν όλοι εκ περιτροπής.
Διαφάνεια
7) Ως προς τη σύνθεση της ομάδας:
Η ομάδα μπορεί να συγκροτηθεί α) με πρωτοβουλία των παιδιών, ελεύθερα, όπως ακριβώς και οι ομάδες παιχνιδιού, β) στην τύχη, π.χ. τραβώντας κλήρους τα παιδιά και γ) από μας. Στην τελευταία περίπτωση πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας τις μαθησιακές ικανότητες, αλλά και τις μαθητικές προτιμήσεις.
Με βάση το κριτήριο της μαθησιακής ικανότητας προτείνεται να δημιουργούνται ανομοιογενείς, αλλά ισοδύναμες ομάδες.
Για τις μαθητικές προτιμήσεις, τις συμπάθειες και τις αντιπάθειες μεταξύ των παιδιών, πολύτιμη βοήθεια προσφέρει το κοινωνιομετρικό τεστ ή κοινωνιόγραμμα.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΡΑΜΜΑ – ΚΟΙΝΩΝΙΟΜΕΤΡΙΚΟ ΤΕΣΤ
Είναι ένας απλός τρόπος που, αν χρησιμοποιείται έγκαιρα και για όσο χρόνο είναι αναγκαίο, μας δίνει τη δυνατότητα να αποκτήσουμε αρκετά εύκολα μια πραγματικά εικόνα της τάξης, να αποκωδικοποιήσουμε, το συχνά νεφελώδες, πλέγμα των διαπροσωπικών σχέσεων της τάξης, την εικόνα των έλξεων και απωθήσεων που επικρατούν στη σχολική ομάδα.
Γνωρίζοντας τι πραγματικά συμβαίνει, μπορούμε να ενεργήσουμε κατάλληλα, ώστε να αποκατασταθούν, αν χρειάζεται, τέτοιες σχέσεις μέσα στην τάξη, που θα συντελέσουν τόσο στη βελτίωση της διαδικασίας μάθησης, όσο και στις συμπεριφορές των παιδιών.
Για να το υλοποιήσουμε, χρησιμοποιούμε συνήθως τρεις τρόπους:
Α) Ζητάμε με μια ερώτηση του στυλ, « Κέρδισες ένα ταξίδι για τρία άτομα, ποιους συμμαθητές σου θα έπαιρνες μαζί; » να καταγράψει 2 θετικές προτιμήσεις για συμμαθητές του.
Β) Η ερώτηση μπορεί να διευρυνθεί. Π.χ. « Αν θέλεις γράψε και ποιον ή ποιους
( έως 2 ) δεν θα έπαιρνες μαζί σου ». Τώρα έχουμε και πιθανή καταγραφή αρνητικών προτιμήσεων και η εικόνα της τάξης είναι πιο ξεκάθαρη.
Γ) Στον τρίτο τρόπο είναι υποχρεωτική η καταγραφή 2 θετικών και 2 αρνητικών προτιμήσεων.
Για να εκτιμήσουμε σε ποιο βαθμό μια ομάδα είναι ενοποιημένη, πρέπει να γνωρίζουμε ότι μια τέτοια ομάδα χαρακτηρίζεται από:
1) Μικρό αριθμό αρνητικών προτιμήσεων.
2) Πυκνότητα εσωτερικών επαφών.
3) Έλλειψη « μαύρου πρόβατου ».
4) Λίγα ή καθόλου απομονωμένα ζευγάρια, κλίκες.
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Μετά απ’ αυτή την παρένθεση επανερχόμαστε στα ζητήματα σύνθεσης της ομάδας. Η σύνθεση των ομάδων καλό είναι ν’ αλλάζει 2-3 φορές το χρόνο, ώστε όλοι οι μαθητές να έχουν την ευκαιρία να έλθουν σε επαφή με περισσότερους συμμαθητές τους, αλλά και για να μη δημιουργηθούν έντονες ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των ομάδων. Συχνότερες αλλαγές δε βοηθούν, γιατί δε βοηθούν στη δημιουργία συνεκτικών δεσμών.
8) Η αξιολόγηση της ομάδας πρέπει να γίνεται με κριτήρια που είναι γνωστά σ’ όλα τα μέλη της ομάδας και να βασίζεται στην αναλυτική εκτίμηση κάθε φάσης της εργασίας.
Επίσης οι αμοιβές και τυχόν ποινές πρέπει να είναι κοινές για όλα τα μέλη της ομάδας και όχι χωριστά για κάθε ένα μέλος.
Βοηθά πολύ η αυτοαξιολόγηση της ομάδας, αλλά και του κάθε μέλους της. Ένα δελτίο αυτοαξιολόγησης του μαθητή και της ομάδας, που τους παραχωρούμε, χρησιμεύει σ’ αυτή την κατεύθυνση.
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
9) Θα τελειώσουμε με το έργο του δασκάλου:
Στις συνεργατικά οργανωμένες τάξεις η ομάδα και όχι ο δάσκαλος βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής. Ο ρόλος μας όμως είναι σύνθετος, πολυποίκιλος, πάρα πολύ υπεύθυνος.
Καθορίζουμε τη διδασκαλία και τους στόχους της, τη σύνθεση των ομάδων, προετοιμάζουμε το έντυπο υλικό που θα χρειαστούν οι ομάδες, γνωστοποιούμε με σαφή τρόπο τι περιμένουμε απ’ αυτές – τόσο στην επεξεργασία και εκμάθηση του συγκεκριμένου διδακτικού υλικού, όσο και στη βελτίωση της συνεργασίας – τις παρακολουθούμε διακριτικά παρεμβαίνοντας όσο το δυνατόν λιγότερο, προσφέρουμε βοήθεια – αν μας ζητηθεί – αξιολογούμε.
Για την αξιολόγηση να πούμε πως πρέπει η βαθμολόγηση κάθε μέλους, να γίνεται με βάση την ατομική του ακαδημαϊκή επίδοση αλλά και την επίδοση της ομάδας που ανήκει, με συνυπολογισμό όλων των δεικτών που προαναφέραμε.
Έτσι αποδίδεται και η εικόνα κάθε μαθητή χωρίς όμως να καταργείται η αρχή της αλληλεξάρτησης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• ΗΛΙΑ Γ. ΜΑΤΣΑΓΓΟΥΡΑ, « ΟΜΑΔΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗ »,εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1995
• ΚΑΝΑΚΗΣ Ι, « Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΕ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ », Αθήνα 1987
• ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗ Ι, « ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ », εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1986
• ΜΑΣΣΙΑΛΑ ΒΥΡΩΝΑ, « ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΖΩΗΣ », εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1984
• JUDY HARRIS HELM, LILIAN KATZ, « ΜΕΘΟΔΟΣ PROJECT ΚΑΙ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ »,εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, Αθήνα 2002
ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου